Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2023

Στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας ο Γέροντας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος

 


Στην Αγιοκατάταξη του Γέροντα Γερβασίου Παρασκευόπουλου προέβη σήμερα η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία συνεδριάζει σήμερα υπό την Προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου. 

Την είδηση έκανε γνωστή η Ιερά Μητρόπολη Πατρών με ανακοίνωσή της. “Ο των Πατρέων Αρχιερεύς μετά του ευαγούς Ιερού Κλήρου και του φιλαγίου και φιλοθέου Λαού ευχαρίστοις άσμασι και ιεραίς υμνωδίαις τον Θεόν δοξολογούν, ς τον της Ορθοδοξίας και του Γένους Πρώτον, τον Παναγιώτατον και Οικουμενικόν Πατριάρχην Βαρθολομαίον ευγνωμόνως ευχαριστούν και την Αγίαν Αυτού δεξιάν πανευλαβώς κατασπάζονται, του Κυρίου δεόμενοι υπέρ μακροημερεύσεως Αυτού, προς δόξαν Θεού και την της Οικουμενικής Ορθοδοξίας, εύκλειαν και την περί Αυτόν Αγίαν και Ιεράν Σύνοδον από βάθους καρδίας ευχαριστούν”, αναφέρεται στην ανακοίνωση.

Χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες σε όλες τις Εκκλησίες των Πατρών

Χαρμόσυνα κρούουν οι καμπάνες σε όλες τις Εκκλησίες των Πατρών. Στον Ναό του Αγίου Ανδρέου ο Μητροπολίτης Πατρών κ. Χρυσόστομος και όλοι οι Ιερείς έκαναν Δοξολογία. Για πρώτη φορά εψάλη το Απολυτίκιο του Αγίου Γερβασίου και προσκυνήθηκε η ιερά Εικόνα του. Όλοι έψαλαν το πολυχρόνιο του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου.

Το απόγευμα στις 5 η ώρα ο Μητροπολίτης Πατρών κ. Χρυσόστομος προσκαλεί άπαντες, Κλήρο και Λαό στις Κατασκηνώσεις της Αγίας Παρασκευής Συχαινών, για τον πρώτο Εσπερινό για τον Άγιο Γερβάσιο και την προσκύνηση των ιερών του Λειψάνων.

Πηγή:https://www.orthodoxianewsagency.gr

Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ ἐν Ἀμαρουσίῳ καί Ροδοπόλει ἀσκήσας (1891-†1967)

 


Σέ κάθε ἐποχή, ἐπειδή «ὁ Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13, 8),  ὁ Κύριος ἀναδεικνύει Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ζοῦν καί κινοῦνται ἀνάμεσά μας, παρηγορώντας τόν λαό Του καί στηρίζοντας μέ τίς εὐχές τους τήν οἰκουμένη.

Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, «πλήρης χάριτος καί ἀληθείας» (Ἰω. 1, 14-15) ἦταν καί ὁ Ἱερομόναχος Ἀθανάσιος Χαμακιώτης, ὁ Γέροντας τῆς Νερατζιωτίσσης (1891-1967). Ἄνθρωπος μέ σπάνια πνευματικά χαρίσματα. Πλημμυρισμένος ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο. Στολισμένος μέ ὅλες τίς ἅγιες ἀρετές. Πρᾶος, ταπεινός, σεμνός, εἰρηνικός, ὑπομονετικός. Γνήσιος ποιμένας καί Πνευματικός πατέρας. Ἀληθινός ἀγωνιστής μέ πανθομολογουμένη ἁγία βιωτή.

Γεννήθηκε τό 1891 σ’ ἕνα μικρό χωριό τῆς ἐπαρχίας Καλαβρύτων, τήν Τουρλάδα. Γόνος πτωχῆς ἀλλ’ εὐσεβοῦς πολυτέκνου οἰκογενείας, ἀπό μικρός ἀγάπησε τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του. Τοῦ ἄρεσε ἀπό τήν παιδική του ἡλικία νά ἐπισκέπτεται τά διάσπαρτα ἐξωκκλήσια τοῦ χωριοῦ του, ν’ ἀνάβει τά καντήλια καί νά προσεύχεται. Οἱ συγχωριανοί του τοῦ ἔλεγαν πώς θά γίνει παπάς καί συνεβούλευαν τά παιδιά τους νά μοιάσουν στόν Γιῶργο, μετέπειτα Ἱερομόναχο Ἀθανάσιο.

Στίς 20 Ἰουλίου τοῦ 1906 ἄφησε τό χωριό του καί μέ τήν συγκατάθεση τῶν γονιῶν του ἀφιερώθηκε στό φημισμένο Μοναστήρι τῆς Ἁγίας Λαύρας. Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1913 ἐκάρη Μοναχός λαμβάνοντας τό ὄνομα Ἀθανάσιος. Οἱ μοναχικές ὑποσχέσεις, πού ἔδωσε κατά τήν κατανυκτική στιγμή τῆς κουρᾶς του, γιά ὑπακοή, παρθενία καί ἀκτημοσύνη συνοδεύονταν καί ἀπό τήν σταθερή ἀπόφασή του, νά σηκώσει μέ προθυμία τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ γιά τήν ἀγάπη Του καί τήν διακονία τῶν ἀνθρώπων. Τό 1916 ὁ Μητροπολίτης Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας Τιμόθεος, τόν χειροτόνησε διάκονο καί τήν ἡμέρα τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τό 1926, σέ ἡλικία 30 ἐτῶν, τόν χειροτόνησε πρεσβύτερο. Χωρίς νά μειώσει καθόλου τόν πνευματικό του ἀγῶνα, γιά δέκα ὁλόκληρα χρόνια ἐπιτελεῖ τά ἱερατικά του καθήκοντα, προσφέροντας παράλληλα καί τίς ὑπηρεσίες του ὡς ἡγουμενοσυμβούλου τῆς Μονῆς.

Στίς 18 Ἰανουαρίου τοῦ 1930 χειροθετεῖται Πνευματικός, λαμβάνοντας καί τό καθιερωμένο «Ἐνταλτήριον Γράμμα». Ὡς ἐξομολόγος ἦταν ταυτόχρονα καί παιδαγωγός, φωτισμένος ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Δεχόταν τούς πιστούς μέ καλοσύνη, ἀγάπη καί ἠρεμία. Τούς ἄκουγε μέ προσοχή καί τούς ἐνθάρρυνε νά ἀποκαλύψουν ὅλα ὅσα τούς βάρυναν. Τούς νουθετοῦσε μέ ὑπομονή καί τούς στήριζε στόν πνευματικό τους ἀγῶνα. Ποτέ δέν ἐπικαλέσθηκε τήν κούρασή του, τό προχωρημένο τῆς ὥρας ἤ τό πλῆθος ἐκείνων πού ἀνέμεναν τήν σειρά τους νά ἐξομολογηθοῦν. «Συνδύαζε ὁ Γέροντας τό γλυκύ μέ τό αὐστηρό, τό ταπεινό μέ τό ἡγεμονικό, τό μοναχικό μέ τό κοινωνικό, τήν ἁπλότητα μέ τήν σοφία. Κοντά του ἔνιωθες ἄνετα, ἀλλά συγχρόνως ἡ παρουσία του ἦταν μιά ζῶσα ἐπιταγή νά ἀνέβεις ψηλά, προκειμένου νά τόν συναντήσεις. Ὑπῆρξε ὁ αὐστηρός εἰς τόν ἑαυτό του ἱερομόναχος πού συνάμα λειτουργοῦσε ὡς στοργικός πατέρας». Ἀνάμεσα στούς ἐξομολογουμένους περιλαμβάνονταν σημαντικές προσωπικότητες τῶν γραμμάτων, τῆς πολιτικῆς, τοῦ Ἱεροῦ κλήρου, καθώς καί φημισμένοι Γέροντες, ὅπως οἱ Φιλόθεος Ζερβάκος, Ἀμφιλόχιος Μακρῆς κ.ἄ, ἀλλά καί κάποιοι Μητροπολίτες.

Ἔπειτα ἀπό εἴκοσι πέντε χρόνια διακονίας στή Μονή τῆς  μετανοίας του, στήν Ἁγία Λαύρα, ἀναγκάζεται γιά λόγους ὑγείας (προσεβλήθη ἀπό πλευρίτιδα) νά ἔλθει στήν Ἀθήνα, ἀναζητώντας καλύτερο κλίμα. Γιά μερικούς μῆνες προσφέρει τίς ὑπηρεσίες του στό Ναό  τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Σωτῆρος, μετόχι τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας, στόν Βύρωνα. Ἐδῶ γνωρίζεται μέ τόν Γέροντα Ἱερώνυμο, μέ τόν ὁποῖο συνδέεται πνευματικά. Τό Φεβρουάριο τοῦ 1933, τοποθετεῖται στό Βιλλιαρί, κοντά στήν Μάνδρα Ἀττικῆς στόν Ἱερό Ναό Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, ὅπου ὑπηρετεῖ γιά τρία χρόνια.  Ἔχοντας πιά θεραπευθεῖ ἀπό τήν βρογχοπνευμονία, ἐπιδόθηκε μέ ἔνθεο ζῆλο στά λειτουργικά, κηρυκτικά καί ἐξομολογητικά του καθήκοντα. Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1936, ὁ τότε Μητροπολίτης Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Ἰάκωβος τόν τοποθετεῖ ὡς ἐφημέριο στό μικρό ἐκκλησάκι τῆς Παναγίας Νερατζιωτίσσης τοῦ Ἀμαρουσίου, χτισμένο στά τέλη τοῦ 16ου αἰῶνος, τό ὁποῖο ἀνήκει στό Ταμεῖο Ἀσφαλίσεως Κληρικῶν Ἑλλάδος. Ἐκεῖ ὑπηρετεῖ  ἐπί εἴκοσι ἑπτά συνεχῆ ἔτη.

Mέ τήν τοποθέτησή του στή Νερατζιώτισσα ἀρχίζει ἡ πιό δημιουργική περίοδος τῆς ζωῆς τοῦ Γέροντος Ἀθανασίου. Τελοῦσε μέ εὐλάβεια ὅλες τίς Ἀκολουθίες καί πολύ συχνά τήν Θεία Λειτουργία. Δέν παρέλειπε νά προσεύχεται ἐκτενῶς καί στό κελί του, ἕνα μικρό χῶρο δίπλα στό Παρεκκλήσιο. Νά μελετᾶ τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Πατέρες. Νά νηστεύει καί νά ἀγρυπνεῖ. Νά φροντίζει μέ τήν βοήθεια τῶν πιστῶν γιά τήν εὐπρέπεια τοῦ Ναοῦ καί τοῦ περιβάλλοντος χώρου. Ἰδιαίτερη ἐπιμέλεια ἔδειχνε γιά τή σωστή προετοιμασία τῆς πανηγύρεως, ἡ ὁποία ἐτελεῖτο κάθε χρόνο στίς 8 Σεπτεμβρίου, μνήμη τοῦ Γενεθλίου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, στό ὁποῖο εἶναι ἀφιερωμένη ἡ Νερατζιώτισσα.

Βίωνε «ψυχῇ τε καί καρδίᾳ» καί μετέδιδε στούς πιστούς τά βιώματά του, τόσο κατά τίς μυσταγωγικές Ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης  Ἑβδομάδος, ὅσο καί κατά τήν νύκτα τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως. Ἐπίκεντρο τῆς ζωῆς του εἶναι τώρα ἡ Θεία Λειτουργία. Αὐτή  «ὑπῆρξεν ἡ σκέψις του, ἡ ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς του, τό εἶναι του, ὑπῆρξε τό πᾶν δι΄αὐτόν… Μεταρσιώνετο κυριολεκτικά ὅταν λειτουργοῦσε». Προηγουμένως ἔκανε τήν ἀπαιτούμενη προετοιμασία μέ μελέτη, νηστεία καί προσευχή. Στήν Προσκομιδή διάβαζε ἀμέτρητα ὀνόματα ζώντων καί τεθνεώτων. Τελοῦσε τήν Θεία Λειτουργία κατανυκτικά, σύντομα, χωρίς ὅμως νά παραλείπεται τίποτα. Ὁ ἵδιος γεμάτος ἱεροπρέπεια, εὐλάβεια καί φόβο Θεοῦ, μέ ταπεινό βλέμμα ἔδινε σέ ὅλα τόν τόνο, ἐνῶ ἡ φωνή του «φαινόταν ἡ πιό ὡραία τοῦ κόσμου…γιατί ἦταν ἡ φωνή πού ἔβγαινε ἀπό καρδιά πού ἀγαποῦσε πολύ  τόν  Χριστό».

Ἔχοντας ἐμπνεύσει στούς ἐκκλησιαζομένους τήν τάξη, τήν εὐπρέπεια καί τήν εὐλαβική συμμετοχή, τούς δίδασκε ὅτι δέν πρέπει ποτέ νά χάνει κανείς τή Θεία Λειτουργία «γιά ἐκδρομή, ταξίδι, ἐργασία, μαθήματα κ.λπ. Δέν τό δεχόταν μέ τίποτα καί ἦταν ἀπόλυτος». Ὡς ἔμπειρος πνευματικός, ἀληθινός ποιμένας λογικῶν προβάτων, τά ὁδηγοῦσε στή γνήσια θεογνωσία, τήν στενή καί τεθλιμμένη πύλη, τήν ὁδό πού ὁδηγεῖ στήν μετάνοια καί σωτηρία. Πρώτιστο μέλημα τῆς ποιμαντικῆς του ἀποστολῆς θεωροῦσε τό νά πλησιάζει, νά στηρίζει καί νά φέρνει στό δρόμο τοῦ Θεοῦ ὅσους εἶχαν ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία ἤ τούς ταλαιπωροῦσε ἡ ἀμφιβολία τῆς πίστεως, ἡ ἄρνηση, ἡ αἵρεση, ἡ ἀδιαφορία, ἡ ἁμαρτία. Νοιάζονταν γιά ὅλους αὐτούς ἀλλά καί γιά ἐκείνους πού ἐκκλησιάζονταν τακτικά καί ἐξομολογοῦνταν στό πετραχήλι του. Ὁ λόγος του ἦταν ἀπαύγασμα τῆς ἀρετῆς του καί ἐπιδροῦσε ἄμεσα στούς ἀκροατές. Ἤξεραν ὅλοι ὅτι ἐφάρμοζε στήν ζωή του τό «ὁ ποιήσας καί διδάξας». Ἔτσι, ἄν τούς μιλοῦσε γιά ἐλεημοσύνη, γνώριζαν πόσο αὐτός πρῶτος ἐλεοῦσε. Ἄν τούς ἔλεγε γιά μετάνοια, κανείς δέν ἀμφέβαλε ὅτι ὁ ἴδιος ἀγωνιζόταν διά βίου νά ζεῖ ἐν μετανοίᾳ. Ἄν τούς παρότρυνε νά νηστεύουν, νά προσεύχονται, νά κοινωνοῦν, τόν ἔβλεπαν καί κατανοοῦσαν ὅτι ὁ ἴδιος πρῶτος μετέχει σ’αὐτά.

Πλήν τῶν ἄλλων ἀρετῶν του, ὑπῆρξε ἄνθρωπος προσευχῆς. Χωρίς αὐτή δέν θά μποροῦσε νά εἶναι ὑπόδειγμα βίου καί ἱερουργός τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Εἶχε διαρκῶς στά χείλη καί τήν καρδιά  του εἴτε τήν μονολόγιστη εὐχή τοῦ Ἰησοῦ εἴτε τό «ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου δόξα σοι».  Αὐτό δίδασκε νά κάνουν καί τά πνευματικά του τέκνα λέγοντας ὅτι ἡ προσευχή εἶναι το καταφύγιο τοῦ χριστιανοῦ. Τόνιζε ὅτι προϋπόθεση γιά νά εἰσακούονται οἱ προσευχές μας εἶναι ἡ ταπείνωση, ἡ μεγίστη τῶν ἀρετῶν, ἡ βάση καί τό κορύφωμά τους. Ὑπῆρξε, ὅμως, καί ἄνθρωπος τῶν καλῶν ἔργων. Ἐνδιαφερόταν ζωηρά καί ἔμπρακτα γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν βιοτικῶν προβλημάτων κάθε προσώπου πού τόν πλησίαζε, σε ἐποχή πού ὑπῆρχαν πολλές δυσκολίες καί προβλήματα. Μεριμνοῦσε ἰδιαίτερα μέ διάκριση γιά τούς νέους καί τίς νέες, βοηθώντας τους νά βροῦν ἐργασία, νά μάθουν μιά τέχνη, νά σπουδάσουν. Δέν ὑπολόγιζε τόν ἑαυτό του, προκειμένου νά φανεῖ χρήσιμος στούς ἄλλους.  Τό κύριο γνώρισμα τῆς ἀσκητικῆς του ζωῆς ἦταν ἡ λιτότητα. Οὐδέποτε στή ζωή του ἐπεθύμησε ἤ ἐπεδίωξε νά ἀποκτήσει τίποτα, πέρα ἀπό τά ἀπολύτως στοιχειώδη. Συχνά προσευχόταν «Κύριε, ἀπάλλαξέ με ἀπό τήν ὄρεξιν τοῦ πλουτισμοῦ. Ἀποδίωξε ἀπ’ ἐμοῦ τήν φλογεράν δίψαν τῆς φιλαργυρίας». Ἔτσι, ἐνῶ κοιμᾶμαι φτωχός, ὅπως ἔλεγε, ξυπνῶ πλούσιος.

Ἡ ἁγάπη πρός τό ποίμνιό του δέν εἶχε ὅρια, ἀλλά πάντοτε μέ μεγάλη διακριτικότητα. Ἤθελε νά εἶναι βέβαιος ὅτι βοηθοῦσε τούς ἔχοντες πραγματική ἀνάγκη. Ὅμως, ὄχι σπάνια «ἡ καλοσύνη του ὑπερίσχυε τῆς λογικῆς» καί μερικοί ἐπιτήδειοι κατάφερναν νά ἐκμεταλλεύονται τήν ἄδολη ἀγάπη του. Ἐπεστράτευε ὅσους ἀπό τά πνευματικά του τέκνα μποροῦσαν νά βοηθήσουν μέ ποικίλους τρόπους. Νά προσφέρουν χρήματα ἤ τρόφιμα ἤ ὅ,τι ἄλλο μποροῦσαν, νά τά μεταφέρουν στούς ἐμπερίστατους, νά ἐπισκέπτονται ἀρρώστους ἤ φυλακισμένους, νά ἀνακαλύπτουν ἐγκαταλελειμμένους γέροντες φτωχούς. Τό καθῆκον τῆς φιλοξενίας δίδασκε ὄχι μόνο μέ τό παράδειγμα, ἀλλά  καί μέ τήν νουθεσία σέ ὅλα τά πνευματικά του παιδιά, ἐνῶ μία ἀπό τίς τελευταῖες ὑποθῆκες του πρός τίς μοναχές τοῦ Ἡσυχαστηρίου πού ἵδρυσε ἦταν ἡ ἄσκηση τῆς φιλοξενίας.

Σέ ἡλικία 65 ἐτῶν, τό 1956, θέλησε νά ἱκανοποιήσει μία παλαιά ἐπιθυμία του. Παρεκάλεσε τόν φίλο του Ἀρχιμανδρίτη π. Φιλόθεο Ζερβάκο, ἡγούμενο τῆς Μονῆς Λογγοβάρδας Πάρου, νά τελέσει τήν κουρά του σέ μεγαλόσχημο μοναχό. Ἡ Ἀκολουθία ἐτελέσθη στόν Ἱερό Ναό τῆς Παναγίας Νερατζιωτίσσης καί ὁ π. Ἀθανάσιος «χάρηκε ἀφάνταστα γιά τήν μοναχική αὐτή ἀναβάθμιση».

Ἡ μετά τό 1958 γρήγορη ἀνοικοδόμηση τῆς περιοχῆς ἀνάγκασε τόν Γέροντα νά ἀναζητήσει νέο τόπο ἡσυχίας. Ὕστερα ἀπό ἀναζήτηση ὀκτώ ἐτῶν καί ἐμφάνιση τοῦ Ἁγίου ἀρχιδιακόνου Λαυρεντίου, ἀγόρασαν ἀπό ὁμάδα παλαιοημερολογιτῶν μικρό Ναό μέ δύο κελιά στήν Ροδόπολη Σταμάτας καί τό 1961 νομότυπα συνέστησε Ἡσυχαστήριο, στό ὁποῖο ἐγκατέστησε στήν συνέχεια τήν πρώτη ἡγουμένη Μακρίνα μέ τήν συνοδεία της. Ἀμέσως ἄρχισε ἡ ἀνοικοδόμηση νέου Ναοῦ, τοῦ Καθολικοῦ, πρός τιμήν τῆς Παναγίας Φανερωμένης.

Τό Σεπτέμβριο τοῦ 1963, ὁ Γέροντας ἔχοντας βρεῖ κατάλληλο  ἀντικαταστάτη ἐφημέριο τελεῖ τήν τελευταία του Θεία Λειτουργία στή Νερατζιώτισσα καί ἀποχαιρετᾶ  μέ δάκρυα τό ἀγαπημένο του ποίμνιο.   Ἔτσι ξεκινᾶ τό τελευταῖο ἡσυχαστικό στάδιο τῆς ἐπιγείου  ζωῆς του, στό Ἡσυχαστήριο. Ἀπό τά τέλη τοῦ 1966 ὁ π. Ἀθανάσιος ἄρχισε νά ἔχει θεῖα μηνύματα ὅτι ἐγγίζει τό ἐπίγειο τέλος του. Ὄντας ἤδη 86 ἐτῶν, οἱ σωματικές του δυνάμεις ἄρχισαν νά τόν ἐγκαταλείπουν. Ὑπέφερε πολλά χρόνια ἀπό διάφορες ἀσθένειες, οὐδέποτε ὅμως παραπονιόταν.

Στίς ἀρχές Μαῒου 1967, ἔχοντας μέ τό προορατικό του χάρισμα τήν πληροφορία ὅτι τό τέλος ἐγγίζει, ζήτησε νά δεῖ «πρῶτα τόν Πνευματικό καί μετά τόν γιατρό». Στίς 22 Μαῒου 1967, ἔχοντας προσβληθεῖ ἀπό τήν νόσο τοῦ Πάρκινσον καί οὐρολοίμωξη, εἰσάγεται στόν «Εὐαγγελισμό». Τό νέο μαθαίνεται γρήγορα καί πολλοί τόν ἐπισκέπτονται ζητώντας τήν εὐλογία του. Τούς δέχεται ὅλους, τούς νουθετεῖ καί τούς εὐλογεῖ. Ὑπόσχεται στίς μοναχές του πώς, ἄν βρεῖ παρρησία στό Θεό, «θά πρεσβεύει πολύ γιά τό μοναστηράκι καί δέν θά τούς λείψει τίποτα».

Τά ξημερώματα τῆς 17ης Αὐγούστου 1967, παρέδωσε τήν Ἁγία ψυχή του ἀπό πνευμονικό οἴδημα. Τό σκήνωμά του ἐξετέθη σέ λαϊκό προσκύνημα στό Ἡσυχαστήριο τῆς Παναγίας Φανερωμένης στή Ροδόπολη. Τό βράδυ τῆς 18ης  Αὐγούστου, ἐτελέσθη Ἀγρυπνία καί ἐν συνεχείᾳ ἐψάλη ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία, στήν ὁποία προέστησαν οἱ Μητροπολίτες Ἀττικῆς Ἰάκωβος, Πειραιῶς Χρυσόστομος καί Ὕδρας Ἱερόθεος, μέ τήν συμμετοχή δεκάδων πρεσβυτέρων καί διακόνων καθώς  καί πλήθους πιστῶν. Τό σκήνωμά του «ζεστό καί εὔκαμπτο»  μετά ἀπό τόσες ὧρες, ἐναποτέθηκε στόν τάφο δίπλα στό Καθολικό τοῦ Ἡσυχαστηρίου.

Στίς 23 Ὀκτωβρίου 2014, 47 χρόνια μετά τήν ὁσιακή κοίμησή του, ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Κύριλλος τέλεσε τή Θεία Λειτουργία στό Καθολικό τοῦ Ἡσυχαστηρίου, συμπαραστατούμενος ἀπό τόν Σεβ. Μητροπολίτη Ἀργολίδος κ. Νεκτάριο καί τόν Θεοφιλέστατο Ἐπίσκοπο Ἐπιδαύρου κ. Καλλίνικο. Μετά τήν Θεία Λειτουργία ἔγινε ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων τοῦ ὁσίου Γέροντος. Μέ πολύ συγκίνηση ὁ Σεβασμιώτατος κ. Κύριλλος πῆρε στά χέρια του τήν τιμία κάρα καί εὐλόγησε τούς παρισταμένους. Τά ἱερά λείψανα ἑτοιμάστηκαν ἀπό τούς Πατέρες καί μετεφέρθησαν στό Καθολικό καί ἐν συνεχείᾳ στό κελί τοῦ Γέροντα. Ὕστερα ἀπό λίγες ὧρες ἔγινε αἰσθητή ἡ παρουσία του. Μιά γλυκειά εὐωδία πλυμμύρισε τό κελί του καί ὅλο τό χῶρο τοῦ Ἡσυχαστηρίου. Αὐτή ἡ ἔντονη εὐωδία ἐξακολουθεῖ νά ἐμφανίζεται ἀπό καιροῦ εἰς καιρόν  μέχρι σήμερα, ὅπως πολλοί κληρικοί καί λαϊκοί βεβαιώνουν. Δέν ἀπομένει πλέον παρά ἡ ἐπίσημη ἁγιοκατάταξή του.

Ἡ Ἱερά Μητρόπολις Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καί Ὠρωποῦ, μέ ἀφορμή τά πενήντα χρόνια ἀπό τήν ὁσιακή κοίμηση τοῡ Γέροντος τῆς Νερατζιωτίσσης, ἀφιέρωσε εὐλαβικά τό ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ τσέπης 2017,  στόν Ἱερομόναχο Ἀθανάσιο Χαμακιώτη, μέ τήν εὐχή ὁ ἅγιος Γέροντας νά πρεσβεύει καί νά μεσιτεύει στόν Κύριό μας καί στήν Παναγία Μητέρα Του γιά τό Ἡσυχαστήριο, τόν κλῆρο καί τόν λαό τῆς Μητροπόλεώς μας.

Ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος τοῦ Σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὑπό τήν προεδρία τῆς Αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Κυρίου Βαρθολομαίου, κατά τήν Συνεδρία τῆς 16ης Νοεμβρίου 2023, ἀποφάσισε τήν κατάταξη ἐν τῷ Ἁγιολογίῳ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Ἱερομονάχου Ἀθανασίου (Χαμακιώτου), ἱδρυτοῦ τοῦ Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Παναγίας Φανερωμένης Ροδοπόλεως Ἀττικῆς καί ἐφημερίου ἐπί πολλά ἔτη τοῦ ἱστορικοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Παναγίας Νεραντζιωτίσσης Ἀμαρουσίου.

Ἡ Ἱερά Μητρόπολίς μας ἀγάλλεται καί χαίρει εἰς τήν ἀκοήν τῆς ἀνωτέρω Ἀποφάσεως τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ὁ ἑορτασμός τῆς μνήμης αὐτοῦ ὁρίστηκε τήν 17ην  Αὐγούστου ἑκάστου ἔτους, ἡμέρα τῆς ὁσιακῆς του κοιμήσεως, καί τήν 23ην Ὀκτωβρίου, ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν αὐτοῦ λειψάνων.

Πηγή:https://poimin.gr


Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2023

Χαίροις ὁ ἐν ἐσχάτοις καιροῖς, ἐξανατείλας ὡς ἀστὴρ οὐρανόφωτος

 Χαίροις ὁ ἐν ἐσχάτοις καιροῖς, ἐξανατείλας ὡς ἀστὴρ οὐρανόφωτος, καὶ αἴγλῃ τῶν σῶν θαυμάτων, φωταγωγῶν νοητῶς, τους ἐσκοτισμένους ἐν τοῖς πάθεσιν· ὁ νοῦς ὁ θεόληπτος, ὁ φωτὸς θείου ἔμπλεως, ὁ ἐν τῷ νόμῳ, μελετήσας ὡς γέγραπται, τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἐν συνέσει Νεκτάριε· λύχνος ὁ παμφαέστατος, ὁ ἤδη τῷ βίῳ σου, τῆς εὐσεβείας τὸ φέγγος, αὐγάζων Πάτερ τοῖς πέρασι. Χριστὸν ἐκδυσώπει, ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν δοθῆναι, τὸ μέγα ἔλεος.


Πηγή: https://glt.goarch.org

Σάββατο 4 Νοεμβρίου 2023

Κυριακή Ε’ Λουκά Δύο πλούσιοι - Συγγραφέας: Μαρτζούχος π.Θεοδόσιος

                        Enoriako Κέντρο Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου Πρεβέζης

Σήμερα διαβάσαμε μόνον δώδεκα στίχους από το 16ο κεφάλαιο του Λουκά. Και όμως αυτοί οι δώδεκα στίχοι, ουσιαστικά, είναι ολόκληρη η ζωή μας! Η «εδώ» ζωή και η «εκεί» ζωή.


Δύο ζωές; Όχι, μία ζωή. Μια ζωή με δύο τμήματα.


Θυμάστε, λίγο-πολύ, τη διήγηση του Ευαγγελίου. Ένας αδιάφορος πλούσιος έχει μπροστά στην πόρτα του έναν ταλαίπωρο φτωχό, τον προσπερνάει μπαινοβγαίνοντας με παντελή αδιαφορία. Και εκείνος ο ταλαίπωρος και πτωχός μέσα στις τόσες του ανάγκες προσπαθεί από αυτά που περισσεύουν από το τραπέζι αυτού του πλούσιου να επιβιώσει! Αλλά όλη η ανθρώπινη ζωή είναι κύκλος που κλείνει. Και έκλεισε ο κύκλος της ζωής και του πλούσιου και του Λαζάρου. Ο πλούσιος είναι ανώνυμος στη διήγηση, ο φτωχός έχει όνομα. Βρίσκονται μετά θάνατον και οι δυο σε αλλαγή συνθηκών. Και τότε ξαφνικά βλέπει αυτός ο πλούσιος, ο οποίος στην εκεί κατάσταση ταλαιπωρείται, τον φτωχό εκείνον άνθρωπο που ήταν μπροστά στην πόρτα του… στα χέρια ενός πλούσιου! Ο ίδιος ήταν πλούσιος, αλλά και ο Αβραάμ ήταν πλούσιος. Ο ίδιος ήταν σε ταλαιπωρία. Ο Αβραάμ ήταν στην ανάπαυση της χαράς της Βασιλείας του Θεού, γιατί ήταν ακριβώς πατέρας των «πιστευόντων», όπως λέει ο Χριστός, και ο φτωχός εκείνος που περιφρονούσε ήταν στην «αγκαλιά» του Αβραάμ. Ας προσέξουμε όμως, δεν πήγε ο πλούσιος στην κόλαση επειδή ήταν πλούσιος. Ούτε ο φτωχός πήγε στον Παράδεισο επειδή ήτανε φτωχός.


Προχωρώντας η διήγηση, που κάνει ο Χριστός, λέει ότι σ’ αυτήν την κατάσταση ο πλούσιος ζήτησε απ’ τον Αβραάμ να στείλει τον Λάζαρο να του βρέξει λιγάκι τα χείλη γιατί αισθανόταν αφόρητα. Και ο Αβραάμ του είπε: «Δεν γίνονται αυτά. Υπάρχει πολύ μεγάλο χάσμα ανάμεσά μας».


«Μα τι χάσμα λες, πάτερ Αβραάμ;» θα μπορούσε να πει κανείς! «Με τα πόδια θα έλθει ο Λάζαρος»; Όντως δεν πρόκειται για κατάσταση συνθηκών, η οποία περπατιέται με τα πόδια! Όμως πρόκειται για κατάσταση συνθηκών, η οποία ή περπατιέται ή δεν περπατιέται, εξ αιτίας δεδομένων προσωπικής ποιότητας. Είναι σαν τον τυφλό και τον άνθρωπο που βλέπει, οι οποίοι βρίσκονται σε συνθήκες παντελώς διαφορετικές που δεν αναιρούνται, εξ αιτίας των βιολογικών τους δεδομένων. Έτσι και εδώ τα υπαρξιακά δεδομένα, η αγκύλωση του εγωϊσμού του πλουσίου, τον κάνει ξένο και μακρυνό από τον Θεό. Απρόσιτο!


Του λέει λοιπόν τότε: «Στείλ’ τον στ’ αδέλφια μου, που είναι στον κόσμο ακόμα και δεν έχουν πεθάνει, να σοκαριστούν απ’ την θέα του και να προσέξουν να μην έλθουν κι αυτοί εδώ». Του λέει ο Αβραάμ: «Ξέρεις, δεν γίνεται ούτε κάτι τέτοιο. Γιατί απλούστατα δεν πιστεύει κανείς από ένα ψυχολογικό σοκ. Πρέπει να δεχθούν τον λόγο του Μωυσή και των προφητών, για να μπορέσουν να δεχθούν στην ζωή τους την πίστη, ζώντας με έναν σωστό τρόπο κατά το θέλημα του Θεού που θα εμπιστευθούν».


Ας δούμε όμως τώρα και τον εαυτό μας απέναντι σ’ αυτή τη διήγηση… Δύο καταστάσεις. Εμείς τι σκεφτόμαστε γι’ αυτές τις δύο καταστάσεις; Εμείς, αδελφοί μου, σκεφτόμαστε ότι μας συμφέρει στην από δω ζωή να είμαστε σαν τον πλούσιο, και στην από εκεί ζωή να είμαστε σαν τον Λάζαρο. Θέλουμε και την από δω ζωή και την από κει ζωή, κατά την στραβή αντίληψη ικανοποίησης, «νάναι όλα δικά μου». Όμως είμαστε ένας άνθρωπος, δεν είμαστε δύο άνθρωποι. Θα πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε: Θα είμαστε ή πλούσιοι ή Λάζαροι. Στις συνθήκες; Όχι. Πού; Στη διάθεση. Έχουμε έναν εαυτό, τον οποίον σιγά-σιγά τον απαρτίζουμε και τον παγιώνουμε με τις επιλογές και τις ενέργειές μας.


Ο ταλαίπωρος εκείνος πλούσιος, τα χρήματα τα έβλεπε σαν μία λογική προσωπικής απολαύσεως. Οι άλλοι άνθρωποι εξαφανιζόντουσαν μπροστά στη διάθεσή του αυτή. Αυτό μπορεί να συμβεί όχι μόνον μ’ έναν πλούσιο· μπορεί να συμβεί και μ’ έναν φτωχό. Δεν είναι ο πλούτος ή η φτώχεια, εκείνα που διαλέγουν για μας την κατάσταση. Είμαστε εμείς, που μπροστά στο δίλημμα και τον πειρασμό του πλούτου ή της φτώχιας, και το πώς στεκόμαστε, και πώς τα αντιμετωπίζουμε, και πώς τα χρησιμοποιούμε, που ρυθμίζει την πορεία μας. Μπορεί ένας πλούσιος σαν τον Αβραάμ να χρησιμοποιεί τον πλούτο του για την αγάπη των αδελφών του, και ένας φτωχός να «λυώνει» βουλιαγμένος σε μια ανθρωποκτόνο κακία και ζήλεια αφόρητη.


Λέει η Παλαιά Διαθήκη ότι ο Αβραάμ κάθε πρωί έφευγε από εκεί που έμενε (έμενε σε μια σκηνή, δεν έφτιαξε ποτέ σπίτι), για να θυμάται μονίμως ότι αυτός ο κόσμος είναι προσωρινός. Και αυτό το για να μη βουλιάξει στην αυταπάτη «έχω, είμαι, μπορώ». Έφευγε λοιπόν από εκεί που είχε στήσει την σκηνή του και πήγαινε σ’ ένα σταυροδρόμι, μπας και περάσει κανένας άνθρωπος, κάποιος κουρασμένος διαβάτης, πεινασμένος και διψασμένος, να τον πάρει, να τον φιλοξενήσει και να τον ξεκουράσει. Και όπως συνεχίζει το κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης διηγούμενο, εκεί μ’ αυτήν την διάθεση υποδέχτηκε και φιλοξένησε και τον Θεό! Είδε κάποια μέρα τρεις ανθρώπους να έρχονται περαστικοί, και κατάλαβε περί τίνος πρόκειται, και έπεσε μπροστά τους μπρούμυτα και τους είπε (έβλεπε τρεις και έλεγε), «Κύριέ μου! Έλα να ευλογήσεις το σπίτι μου»!


Τώρα ο Θεός μάς έφερε κι εμάς σ’ αυτόν τον κόσμο. Τι μας έφερε να κάνουμε σ’ αυτόν τον κόσμο άραγε;


Μας έβαλε σ’ ένα σχολείο, να δούμε αν είμαστε καλοί ή κακοί μαθητές;


Μας έβαλε σ’ ένα γυμναστήριο, να δούμε αν έχουμε κάνει καλή γυμναστική θέλησης, που μπορεί να νικάει τα διλήμματα;


Μας έβαλε σ’ έναν τόπο, για να μας τσεκάρει και να δει αν είμαστε υπάκουοι και υπομονετικοί στις ταλαιπωρίες του τόπου στον οποίο βρεθήκαμε;


Στο σχολείο τα πιτσιρίκια χρειάζονται να μάθουν μερικά πράγματα. Και στο γυμναστήριο κάποιοι άνθρωποι εξασκούνται σε κάτι. Και κάθε άνθρωπος όταν αρχίζει και σκέφτεται την ζωή του, αρχίζει και την αξιολογεί. Από κει και μετά, στα δεδομένα, στις συνθήκες, στις δυσκολίες και στα διλήμματα αποφασίζει αν θα έχει υπομονή η οποία τον ξεντύνει απ’ τον εγωισμό του, και αν υπακούει σ’ ένα πρόσωπο που αγαπάει και εμπιστεύεται.


Δεν ήταν κακό ο πλούτος ή η φτώχια από μόνα τους. Η πίστη δεν ξεκινάει απ’ τις εξωτερικές συνθήκες. Ξεκινάει από το πόσο εμπιστευόμαστε, από το πόσο αγαπάμε. Σ’ αυτό ήτανε μίζερος ο πλούσιος. Αυτό τον έστειλε στην κόλαση. Ούτε ο Θεός, ούτε τίποτα εξωτερικό. Η δική του διάθεση. Ο Θεός φαίνεται στις σχέσεις που έχουμε μεταξύ μας. Κερδίζουμε τα προς το ζειν απ’ αυτά που παίρνουμε, και κερδίζουμε τη ζωή απ’ αυτά που δίνουμε! Πότε δίνουμε; Όταν αγαπάμε. Ο πλούσιος δεν έδινε. Όταν βρέθηκε στην άλλη συνθήκη, ζήταγε: στείλε τον Λάζαρο να μου φέρει νερό!


Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε στο μυαλό μας ότι, ο Χριστός μ’ αυτό το κείμενο επισημαίνει και διδάσκει τα καίρια της ζωής που πρέπει σιγά-σιγά να κατασταλάξουν μέσα μας και να τα μελετήσουμε. Ο πλούσιος, όντας εγωιστής, είναι ανώνυμος. Ο φτωχός είναι επώνυμος και ονομάζεται Λάζαρος. Λάζαρος στα εβραϊκά σημαίνει «βοήθεια του Θεού». Ο ένας δεν την αναζητεί, ο άλλος την επιζητεί. Ο ένας μένει ανώνυμος, ο άλλος αποκτάει όνομα.


Και μέσα στο χάος και την ταλαιπωρία του, την μετά θάνατον, ξυπνάει ο βιταλισμός του αίματος… της συγγένειας και έχει αγωνία να σκέφτεται τα αδέλφια του. Και λέει: Στείλε τον Λάζαρο να τρομάξει τα αδέλφια μου. Όλοι μας, βέβαια, μόνον όταν πειθόμαστε μετανοούμε. Άμα δεν πειστώ για κάτι, δεν μετανοώ, γι’ αυτό ο πατριάρχης Αβραάμ του είπε «δεν γίνεται»! αναγκαστική πίστη είναι δαιμονική άποψη, όχι αγαπητική σχέση όπως πρέπει νάναι η πίστη. Ελεύθερη και ολόκαρδη, όχι της λογικής… «τι να κάνουμε;»!


Και κάτι πολύ ουσιαστικό: σε όλη αυτή την διήγηση δεν «υπάρχει» πουθενά ο Χριστός! Ακόμα δεν έχει εμφανιστεί. Για όλους αυτούς τους ανθρώπους επισημαίνεται η κατάσταση των συνθηκών τους. Αυτό σημαίνει, ο Χριστός δεν έχει έρθει! Από τον θάνατό μας μέχρι που να ξανάρθει, ο Χριστός θα μας περιμένει ακόμα. Θα μας περιμένει πάντα.


Πολλές φορές εμείς οι παπάδες κάνουμε το λάθος και «λέμε ιστορίες», ότι σ’ αυτή τη ζωή ο Θεός μάς έφερε για να γίνουμε τούτο, για να κάνουμε το άλλο, να γίνουμε καλοί άνθρωποι...! Όχι. Σ’ αυτή την ζωή ο Χριστός μάς έφερε για να Τον αγαπήσουμε και να Τον γνωρίσουμε. Τους ανθρώπους, πρώτα τους γνωρίζουμε και μετά τους αγαπάμε. Στον Θεό τα πράγματα λειτουργούν ανάποδα. Πρώτα Τον αγαπάς και μετά Τον γνωρίζεις. Αν δεν Τον αγαπήσεις, δεν θα Τον γνωρίσεις.


Τον άνθρωπο, τον γνωρίζουμε πρώτα και μετά τον αγαπάμε, γιατί είναι άνθρωπος κι αυτός και οι συνθήκες των δεδομένων μας βρίσκονται στην ίδια βάση. Στις σχέσεις μας με τον Θεό οι συνθήκες δεν βρίσκονται στην ίδια βάση. Τον Χριστό δεν θα τον γνωρίσουμε με το μυαλό μας. Τον Χριστό θα τον αγαπήσουμε με την καρδιά μας και θα τον γνωρίσουμε υπαρξιακά, όταν θα βρεθεί μπροστά μας. Δεν μας έστειλε, λοιπόν, ούτε σ’ ένα σχολείο για να περάσουμε την τάξη, ούτε σ’ ένα γυμναστήριο για να γίνουμε καλοί στις αποφάσεις και τα αθλήματα, αλλά μας έστειλε να καταλάβουμε ότι θα πρέπει να ξεντυθούμε από τα ψεύτικα που κουβαλάμε, να γίνει ο εαυτός μας αυθεντικός και ειλικρινής και να αρχίσουμε να Τον αγαπάμε και να τους αγαπάμε. Δηλαδή, να αγαπάμε τον Χριστό και να αγαπάμε τους αδελφούς μας. Μετά από αυτό καταλαβαίνουμε το γιατί των αρετών και την θέση τους ως μίμηση Χριστού και καλή αλλοίωση. Όχι ως αυτοκαταξίωση. «Διὰ τὴν ἀλήθειαν ἐστίν ἡ ἀρετή, καὶ οὐχί διὰ τὴν ἀρετὴν ἡ ἀλήθεια» μας φωνάζει ο μέγας Μάξιμος ο ομολογητής.


Ο ληστής είναι το πιο κλασσικό παράδειγμα για το ότι σ’ αυτό τον κόσμο ο Χριστός μάς έστειλε για να μάθουμε να Τον αγαπάμε και μετά να Τον γνωρίσουμε. Τα κατάστιχα της ζωής του ληστή ήταν κατάμαυρα. Δεν είχε ποιότητα, ούτε αρετές για να τον πάνε στον Παράδεισο. Αγαπούσε και γι’ αυτό πήγε στον Παράδεισο. Αν δεν το καταλάβουμε αυτό, έχουμε τον πελώριο κίνδυνο κι αυτά που προσπαθούμε να κάνουμε, -λίγη προσευχή, λίγο νηστεία, λίγη απόχτηση αρετών- να τα δηλητηριάσουμε. Αντί να είναι εκφράσεις αγάπης, να είναι απλώς εκδηλώματα για το πως θα εξασφαλιστούμε. Πάλι εγώ, πάλι εμείς. Ο Θεός να μας ελεήσει.


Πηγή:https://enoriako.info


Η Είσοδος του Κυρίου στο μονοπάτι της οδύνης Του και της μοναξιάς - Μητροπολίτης Αντώνιος Μπλούμ (Bloom)

  Στίχοι Π ώλω καθίσας, ο λόγω τείνας πόλον, Β ροτούς εκζητεί λύσαι της αλογίας. Ήχος πλ. β’ Σ ήμερον η χάρις του αγίου Πνεύματος, ημάς συνή...