Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2024

Ὁδηγὸς καὶ Λυτρωτὴς Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης Μητροπολίτης Φλωρίνης (+)

 

«Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰω. 1,29)

Χθὲς, ἀγαπητοί μου,τελείωσε τὸ Δωδεκαήμερο, ποὺ διαρκεῖ ἀπὸ τὰ Χριστούγεννα μέχρι τὰ Φῶτα, ἐξαιρουμένης τῆς παραμονῆς τῶν Φώτων. Μετὰ τὸ Δωδεκαήμερο πρώτη ἑορτὴ ποὺ ἀκολουθεῖ εἶνε ἡ σύναξις τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, σήμερα.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἀνθρώπινα ἐγκώμια· τὸν ἐγκωμίασε ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ὅταν εἶπε, ὅτι μέσ᾿ στὰ πλήθη τῶν ἀνθρώπων ποὺ γεννήθηκαν ὣς τότε ἀνώτερος ἀπ᾿ ὅλους εἶνε αὐτός (βλ. Ματθ. 11,11). Εἶνε ὑπεράνω τοῦ Νῶε, τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰακώβ, τῶν πατριαρχῶν, ὑπεράνω ὅλων τῶν μεγάλων ἀνδρῶν. Γεννήθηκε διὰ θαύματος ἀπὸ γέροντες γονεῖς, τὸν Ζαχαρία καὶ τὴν Ἐλισάβετ ποὺ ἦταν καὶ στείρα. Ὅσο μπορεῖ ἀπὸ μιὰ πέτρα ν᾿ ἀνθίσῃ λουλούδι, ἄλλο τόσο ἦταν δυνατὸν κι ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς Ἐλισάβετ νὰ γεννηθῇ παιδί.

Ἔμβρυο ἀκόμη, σκίρτησε μέσα στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του ὅταν ἐκείνη ὑποδεχόταν τὴν ἐπίσης ἔγκυο ὑπεραγία Θεοτόκο. Ἀπὸ τότε ἦταν ἁγιασμένος. Ὅπως μερικοὶ εἶνε Ἰοῦδες, τέκνα κατάρας ἐκ κοιλίας μητρός, ἔτσι κάποιοι ἄλλοι εἶνε εὐλογημένοι ἀπὸ τὰ σπάργανά τους.

Ὅταν μεγάλωσε, δὲν ἔμεινε στὸν κόσμο· βγῆκε ἔξω,πῆγε στὴν ἔρημο, στὸ σχολεῖο τῶν μεγάλων ἀνδρῶν. Ἐκεῖ ἔζησε μιὰ ζωὴ – ἔλεγχο τῆς σημερινῆς καταναλωτικῆς κοινωνίας ποὺ σύνθημά της ἔχει «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13. Α΄ Κορ. 15,32). Ὦ σεῖς ποὺ ζῆτε μέσ᾿ στὸν παραλογισμό, ἐλᾶτε νὰ καθρεφτιστῆτε στὸν καθρέφτη αὐτόν. Πῶς ἔζησε ὁ ἅγιος Ἰωάννης; Τὸ φαγητό του ἦταν «ἀκρίδες» (Ματθ. 3,4), τὰ γνωστὰ ἔντομα τῶν ἀγρῶν, ποὺ καὶ μέχρι σήμερα λιτοδίαιτοι Ἄραβες τὰ ξηραίνουν καὶ τὰ τρῶνε. Ποτό του ἦταν τὸ νερὸ τοῦ Ἰορδάνου. Ροῦχο του εἶχε μιὰ κάππα ἀπὸ τρίχες καμήλας. Κρεβάτι του ἦταν ἡ ἄμμος δίπλα στὸ ποτάμι. Στέγη του τὰ ἄστρα τ᾿ οὐρανοῦ. Σύντροφοί του τὰ θηρία τῆς ἐρήμου, ποὺ στέκονταν μπροστά του σὰν ἀρνάκια. Ἡ ἁγιότης, βλέπετε, ὅλα τὰ τιθασεύει. Καὶ ἐνῷ λιοντάρια καὶ τίγρεις τὸν σεβάστηκαν, τὸν κατεσπάραξε μιὰ γυναίκα, ἡ Ἡρῳδιάς. Ἐκεῖ λοιπὸν ἔμεινε, στὸ πανεπιστήμιο τῆς σιωπῆς, ὅπου ἀνδρώνονται οἱ μεγάλες φυσιογνωμίες. Σὲ ὥριμη πλέον ἡλικία ἔλαβε ἐντολὴ ἄνωθεν, νὰ πάῃ στὴν ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου κ᾿ ἐκεῖ νὰ στήσῃ τὸν ἄμβωνά του. Τὸ κήρυγμά του θερμοκαυτήρας, ἔλεγχος δριμύς. Ἄστραφτε καὶ βροντοῦσε. Καλοῦσε ὅλους σὲ ἐπιστροφὴ στὸ Θεό. Καὶ χιλιάδες ἀπ᾿ ὅλα τὰ κοινωνικὰ στρώματα ἔτρεχαν. Ἦταν μαγνήτης ποὺ εἵλκυε ὅλους. Συνιστοῦσε μετάνοια καὶ τοὺς βάπτιζε στὸν Ἰορδάνη.

Μέσα στὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων ἦρθε καὶ ἕνας ποὺ ξεχώριζε. Μήπως φοροῦσε στέμμα, εἶχε σπαθί, τὸν ἔφερε ἅμαξα; Ὄχι. Ἁπλὸς ἄνθρωπος ἦταν. Ἀλλὰ ὄνομά του ἦταν «τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα» (Φιλιπ. 2,9). Ὅλα τὰ ὀνόματα θὰ σβήσουν, τὸ δικό του θὰ μείνῃ· Ἰησοῦς Χριστός!

Μποροῦσε νὰ φανταστῇ ὁ Ἰωάννης, ὅτι κάτω ἀπὸ τὸ ταπεινὸ σχῆμα ἑνὸς φτωχοῦ Ναζωραίου κρύβεται τὸ μεγαλεῖο τῆς θεότητος; Καὶ ὅμως τὸν ἀνεγνώρισε. Τοῦ λέει ὁ Χριστός• —Βάπτισέ με. —Αὐτὸ δὲν γίνεται· ἐγὼ εἶμαι ἕνα μηδὲν μπροστά σου, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σὲ βαπτίσω. Ὁ Χριστὸς ὅμως ἐπέμενε, καὶ τέλος βαπτίσθηκε. Ὄχι διότι εἶχε ἁμαρτίες —εἶνε ἀναμάρτητος―, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανερωθῇ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος. Καὶ φανερώθηκε. Κατὰ τοῦτο ἐμεῖς διαφέρουμε ἀπὸ τ᾿ ἄλλα θρησκεύματα, καὶ τὰ μονοθεϊστικά· αὐτοὶ ἔχουν τὸν Ἀλλὰχ ἢ κάποιον ἄλλο, ἐμεῖς λέμε· Ἕνας Θεός, τρία πρόσωπα, Πατὴρ Υἱὸς καὶ Ἅγιον Πνεῦμα· ἁγία Τριάς, ἐλέησον τὸν κόσμον σου.

Πῶς φανερώθηκε τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος; Ἐνῷ ὁ Χριστὸς ἦταν μέσ᾿ στὰ νερά, σχίστηκε ὁ οὐρανός —ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, δικαίωμά τους· ἐμεῖς πιστεύουμε—, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο σὰν περιστέρι ἦρθε καὶ κάθισε ἐπάνω στὴν κεφαλή του. Συγχρόνως ἀκούστηκε φωνὴ – διάγγελμα τοῦ οὐρανίου Πατρός.

Ὄχι σὰν τὰ διαγγέλματα τῆς πρωτοχρονιᾶς, πού ᾿νε γεμᾶτα ψευτιές. Διάγγελμα οὐράνιο καὶ αἰώνιο πρὸς ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα• «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Ματθ.3,17). Τὰ ἴδια λόγια ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα ἀκούστηκαν καὶ ὅταν ἔκλεινε ἡ ἐπίγειος παρουσία τοῦ Χριστοῦ, συμπληρωμένα ὅμως μὲ τὴ σύστασι «Αὐτοῦ ἀκούετε» (Μάρκ. 9,8. Λουκ. 9,35).

Ἀπὸ τότε πλέον, ἀγαπητοί μου, ἡ ἀνθρωπότης ἔχει ὁδηγό. Ὁδηγός της εἶνε ὁ Χριστός, ποὺ εἶπε «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰω. 14,6). Ὅποιος τὸν ἀκολουθεῖ σῴζεται, ὅποιος φεύγει ἀπὸ αὐτὸν χάνεται. Αὐτὸς εἶνε ὁ τέλειος ὁδηγός, ὁ τέλειος ἄνθρωπος, ἡ ἐνσάρκωσι τῆς ἀρετῆς. Οἱ ἄλλοι, ὁποιοιδήποτε κι ἂν εἶνε, εἶνε κλάσματα, δὲν φτάνουν τὴν ἀκεραία μονάδα, τὸν Ἕνα. «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός· ἀμήν» (Φιλ. 2,11 καὶ Θ. Λειτ.).

«Αὐτοῦ ἀκούετε», συνιστᾷ ὁ οὐράνιος Πατήρ. Ἀλλὰ δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι κλείνουν τ᾿ αὐτιά τους καὶ δὲν ἀκοῦνε τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἀνοίγουν τ᾿ αὐτιά τους – σὲ ποιόν; στὸν διάβολο καὶ στὰ ὄργανά του. Δὲν ἐκκλησιάζονται γιὰ ν᾿ ἀκούσουν τὴ φωνὴ τοῦ Εὐαγγελίου· κάθονται τὴ νύχτα στὴν τηλεόρασι γιὰ ν᾿ ἀκούσουν τὴ φωνὴ τοῦ δαιμονικοῦ κόσμου. «Ὅποιος δὲν ἀκούει τὸ Χριστό, θ᾿ ἀκούσῃ τὸν διάβολο», λέει ὁ Ῥῶσος Ντοστογιέφσκυ.

Ὅταν ὁ Χριστὸς ἦρθε στὴν ἔρημο, ὁ Ἰωάννης τὸν ἔδειξε μὲ τὸ δάκτυλό του, ὅπως λέει τὸ ὡραῖο δοξαστικὸ τῶν ὡρῶν· «Τὴν χεῖρά σου τὴν ἁψαμένην τὴν ἀκήρατον κορυφὴν τοῦ Δεσπότου, μεθ᾿ ἧς καὶ δακτύλῳ αὐτὸν ἡμῖν καθυπέδειξας, ἔπαρον ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς αὐτὸν Βαπτιστά, ὡς παρρησίαν ἔχων πολλήν…» (θ΄ ὥρα Θεοφ.). Ὁ ὕμνος αὐτὸς ἦταν ὁ τελευταῖος ποὺ εἶπε ὁ Παπαδιαμάντης —ποὺ ἦταν καὶ σπουδαῖος ψάλτης—, ὅταν γέρος πλέον στὸ νησάκι του, φτωχὸς καὶ περιφρονημένος, ἔφευγε ἀπ᾿τὴ ζωή. Σηκώθηκε ἀπ᾿ τὸ κρεβάτι καὶ τὸ ἔψαλε. Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ πέθανε. Μὲ «τραγούδια τοῦ Θεοῦ» ἔκλειναν τὰ μάτια τους τότε· τώρα…

Ὁ Ἰωάννης λοιπὸν ἔδειξε τὸ Χριστὸ στοὺς ἀνθρώπους καὶ εἶπε· «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου»· νά, λέει, αὐτὸς εἶνε τὸ ἀρνὶ τοῦ Θεοῦ ποὺ σηκώνει τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου (Ἰω. 1,29). Γιὰ νὰ τὸ καταλάβουμε αὐτό, πρέπει νὰ θυμηθοῦμε, ὅτι οἱ Ἑβραῖοι, γιὰ νὰ ἔχουν μιὰ ἀνακούφισι ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες τους, ἔπαιρναν ἕνα ἀρνί, τὸ πήγαιναν στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος καὶ τὸ προσέφεραν θυσία.

Τὴν ὥρα ποὺ ὁ ἱερεὺς θὰ τὸ ἔσφαζε, ἅπλωναν τὰ χέρια ἐπάνω του, γιὰ νὰ φύγουν ἀπὸ πάνω τους οἱ ἁμαρτίες καὶ νὰ πᾶνε στὸ ἀρνί. Αὐτὸ ἦταν ἕνας τύπος, μία σκιὰ τῆς μεγάλης θυσίας ποὺ θὰ ἐρχόταν νὰ προσφέρῃ ὁ Χριστός. Ἑκατομμύρια ἀρνιὰ σφάχτηκαν, ἀλλὰ τὸ αἷμα τῶν ζῴων δὲν ἔχει τὴν δύναμιν «ἀφιέναι ἁμαρτίας» (Ματθ. 9,6). Μόνο τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ «ἀμνοῦ τοῦ Θεοῦ», σβήνει τὶς ἁμαρτίες. Να γιατί ὁ Χριστὸς λέγεται «ἀμνός» διότι ὅπως τὸ ἀρνὶ δὲν ἔκανε κανένα κακό, ἔτσι κι ὁ Χριστός· ὅπως τὸ ἀρνὶ ὁδηγεῖται στὴ σφαγὴ καὶ δὲν ἀντιδρᾷ, ἔτσι κι ὁ Χριστός· κι ὅπως στὶς θυσίες «φόρτωναν» τὶς ἁμαρτίες στὸ σφάγιο, ἔτσι κι ὁ Χριστὸς σηκώνει τὶς ἁμαρτίες ὅλων μας. Τὸ νιώσαμε αὐτό; Ἂν δὲν τὸ νιώσαμε, δὲν εἴμαστε Χριστιανοί. Δὲ μᾶς σῴζουν οὔτε κεριὰ καὶ λαμπάδες, οὔτε εἰκόνες καὶ προσκυνήματα, οὔτε μετάνοιες καὶ ἀσκήσεις· ὅλα αὐτὰ δὲν συγχωροῦν οὔτε μία ἁμαρτία. Τὶς ἁμαρτίες συγχωρεῖ μόνο «ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ», ὅπως εἶπε ὁ Ἰωάννης. Ἂν δὲν πιστέψῃς ὅτι τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἐχύθη στὸ Γολγοθᾶ λυτρώνει, δὲ σῴζεσαι.

Τελειώνω μὲ μιὰ εἰκόνα. Ἕνας Βιεννέζος ζωγράφος ζωγράφισε ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ τὸν ἔπιασαν οἱ ἐχθροί του καὶ τοῦ φόρτωσαν ἕνα βαρὺ φορτίο. Τὸ ἔδεσαν στὴ ῥάχη του τόσο σφιχτά, ὥστε δὲν μποροῦσε ν᾿ ἀπαλλαγῇ ἀπ᾿ αὐτό. Ἦταν σὰν τὸν Προμηθέα στὸν Καύκασο. Παρακαλοῦσε ἄλλους νὰ τὸν λύσουν, μὰ κανείς δὲ μποροῦσε. Τότε κάποιος τοῦ εἶπε· Ἂν θέλῃς νὰ ἐλευθερωθῇς, ἀνέβα σ᾿ ἐκεῖνο τὸ βουνό. Ἐκεῖ θὰ δῇς ἕνα σταυρὸ μὲ τὸν Ἐσταυρωμένο· ἂν τὸν παρακαλέσῃς μὲ πίστι, θὰ γίνῃ τὸ θαῦμα. Καὶ πράγματι ἔτσι ἔγινε· ἀμέσως τὸ φορτίο τοῦ ἔπεσε, κύλισε στὴν ἄβυσσο, κι αὐτὸς δόξασε τὸ Χριστό. Καθένας ἀπὸ μᾶς, ἀδελφοί μου, σηκώνει ἕνα βάρος μεγαλύτερο ἀπ᾿ τὸν Ὄλυμπο. Μόνο μὲ τὴν πίστι στὸ Χριστὸ θ᾿ ἀπαλλαγοῦμε. Ἂς πιστέψουμε σ᾿ αὐτόν. Δὲν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο στὸν κόσμο. Σᾶς τὸ λέω ἐγώ. Πενήντα χρόνια κηρύττω· ἂν δὲν πίστευα, θὰ πήγαινα νὰ κάνω ὁ,τιδήποτε ἄλλο παρὰ νὰ κοροϊδεύω τοὺς ἀνθρώπους. Πιστεύω στὸ Θεό, πιστεύω στὴ θεία χάρι, πιστεύω στὰ μυστήρια, πιστεύω στὶς ἱερὲς παραδόσεις. Μπορεῖ κι ὁ ἥλιος νά ᾿νε ψέμα, καὶ τὰ ἄστρα νά ᾿νε ψέμα, κ᾿ ἐμεῖς νά ᾿μεθα ψέμα· ἕνα δὲν εἶνε ψέμα, ὁ Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἰωάννου Πτολεμαΐδος τὴν Παρασκευὴ 7-1-1983 μὲ ἄλλο τίτλο.)

Πηγή:https://agiazoni.gr

Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2024

Ὁμιλία στὴν ἀγρυπνία τῶν Θεοφανείων Anthony Bloom Metropolitan of Sourozh (1914- 2003)

Ἡ ἡμέρα τῶν Θεοφανίων εἶναι ἡ μέρα ποὺ ὅλος ὁ κόσμος ἀναγεννᾶται καὶ γίνεται μέτοχος τῆς ἁγιότητος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ συγχρόνως εἶναι ἡ μέρα κατὰ τὴν ὁποία ὁ Χριστός, εἰσέρχεται στὴν ὁδὸ πρὸς τὸν Γολγοθά.

Ἦλθε στὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή, ὄχι γιὰ νὰ καθαριστεῖ, ἐπειδὴ ἦταν ἀναμάρτητος, σὰν Θεὸς καὶ συνάμα κατέστη ἁγνὸς ὡς πρὸς τὴν ἀνθρώπινη φύση Του καθ’ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς ἱστορίας τοῦ Ἰσραὴλ ἀπὸ ἐκείνους τοὺς προγόνους ποὺ εἶχαν προσφέρει τὴ ζωή τους στὸν Θεό, καὶ τῶν ὁποίων ἡ ἁγιότητα ἔφτασε στὸ κορύφωμά της στὴν καθαρότητα τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἦταν τόσο ἁγνή, τόσο ἄμεμπτη ποὺ μποροῦσε νὰ εἰσέλθει στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἐκεῖ ὅπου οὔτε ὁ Ἀρχιερέας δὲν τολμοῦσε νὰ εἰσέλθει, ἐκτὸς ἀπὸ μία φορὰ τὸ χρόνο μετὰ ἀπὸ ἕναν ἰδιαίτερο ἁγιασμό.

Ὁ Χριστὸς εἶχε ἀνάγκη νὰ καθαριστεῖ. Ἀλλὰ ἐκεῖνα τὰ νερά, ὅπου εἶχαν πλυθεῖ ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοὶ ποὺ εἶχαν ἔλθει στὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστὴ ὁμολογώντας τὸ κακὸ ποὺ βάραινε τὴ ζωή τους, ἦταν βαριὰ ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτωλότητας καὶ ἑπομένως ἐξαιτίας τῆς θνητότητας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Εἶχαν γίνει νερὰ θανατηφόρα, καὶ σ’ αὐτὰ τὰ νερὰ εἶναι ποὺ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς καταδύεται ἐκείνη τὴν ἡμέρα σηκώνοντας στοὺς ὤμους Του τὴν θνητὴ φύση ἀποτέλεσμα τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας.

 

Ἔρχεται, ἀθάνατος ὡς πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα καὶ τὴν Θεότητά Του, καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ ἐνδύεται τὴν θνητότητα τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς πορείας Του πρὸς τὸν Γολγοθά. Αὐτὴ τὴν ἡμέρα θαυμάζουμε τὴν ἀτελείωτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ὅπως σὲ κάθε ἄλλη περίσταση, ὁ ἄνθρωπος ἔπρεπε νὰ λάβει μέρος στὸ σχέδιο ποὺ ὁ Θεὸς εἶχε προνοήσει γιὰ τὴ σωτηρία του. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ὁ Θεὸς ἔρχεται καὶ μοιράζεται τὴν θνητή μας φύση, ὁ λόγος ποὺ ἔρχεται καὶ μᾶς σώζει. Τὸ ἀποκορύφωμα τῆς Θείας Οἰκονομίας γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου θὰ ἔλθει στὸν Γολγοθὰ ὅταν θὰ πεῖ, «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί μὲ ἐγκατέλειψες;» Θὰ εἶναι ἡ στιγμὴ ποὺ ὁ Θεός, ὅπως ὅταν ἦταν ἐνδεδυμένος τὴν ἀνθρώπινη φύση Του, θὰ ἔχει χάσει τὴν ἐπαφή Του μὲ τὸν Πατέρα μετέχοντας στὸ πεπρωμένο τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἔσχατη πράξη Θεΐκῆς ἀγάπης.

Συνεπῶς ἂς θαυμάσουμε, ἂς ἀναρωτηθοῦμε, καὶ ἂς λατρέψουμε αὐτὴ τὴν Θεΐκὴ ἀγάπη, καὶ ἂς μάθουμε ἀπὸ Ἐκεῖνον· ἐπειδὴ εἶπε στὸ Εὐαγγέλιο, «Σᾶς ἔδωσα ἕνα παράδειγμα. Ἀκολουθεῖστε το.» Καλούμαστε, ἐντὸς τῶν ὁρίων τῆς ἁμαρτωλῆς καὶ θνητῆς φύσης μας, νὰ βαστάξουμε τὰ βάρη ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου στὴ ζωὴ καὶ στὸν θάνατο. Ἂς μάθουμε ἀπ’ αὐτό. Θεωροῦμε ὅτι εἶναι τόσο δύσκολο νὰ βαστάξουμε τὰ βάρη ἀκόμα κι ἐκείνων ποὺ ἀγαπᾶμε· καὶ πρακτικὰ εἶναι ἀδύνατο νὰ ἐπωμιστοῦμε τὰ βάρη τῶν ἀνθρώπων ποὺ δὲν ἀγαπᾶμε μὲ μιὰ εἰλικρινῆ, φυσικὴ τρυφερότητα. Ἂς μάθουμε, ἐπειδὴ διαφορετικὰ δὲν θὰ ἔχουμε μάθει τὸ πρῶτο μάθημα ποὺ θὰ μᾶς δώσει ὁ Χριστός, ὅταν εἰσέλθει στὴν διακονία Του. Ἀμήν.

Μετάφραση: www.agiazoni.gr

Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 2024

Όχι για τα στασίδια


 Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Ορθοδοξίας είναι η άσκηση και η κοινωνία της λατρείας. Να πηγαίνετε νωρίς στην εκκλησία. Τον Όρθρο τον κάνουμε για τους πιστούς∙ όχι για τα στασίδια.

                                         Γέροντας  Επιφάνιος  Θεοδωρόπουλος

Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2024

Ατενίζουμε τα πάντα υπό το πρίσμα της αιωνιότητας

Για μας τους Χριστιανούς, τους φωτισμένους και διαφωτισμένους εν Χριστώ, τα πάντα σε αυτό τον κόσμο έχουν νόημα και αξία εφόσον αποτελούν μέσον και οδό προς την αιωνιότητα. Επειδή εμείς, βλέπουμε εκείνο που δεν φαίνεται και ατενίζουμε το αόρατο. Ρυθμίζουμε όλη μας τη ζωή μέσα στον χρόνο με βάση εκείνο που είναι αιώνιο, το ανθρώπινο με βάση το Θεανθρώπινο. Όσο υπάρχει κάτι το αιώνιο μέσα στα όρια του χρονικού, συντηρούμαστε με αυτό. Όταν όμως αυτό εκλείπει, το αναζητούμε πέρα από τον χρόνο, στο βασίλειο του ατελεύτητου και αόρατου. Ατενίζουμε τα πάντα υπό το πρίσμα της αιωνιότητας, δηλ. υπό το πρίσμα του Χριστού, αφού Εκείνος είναι ο αιώνιος Θεός και Κύριος.
Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς

Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2023

Τι σημαίνει ελεύθερος άνθρωπος;

 - Τι σημαίνει ελεύθερος άνθρωπος;

- Αυτός που ξέρει πότε να βάζει όρια στη ζωή του.

                                                                 Στέλιος Ράμφος

Ο δρόμος για την αιώνια ζωή του Θεού

 

Ο δρόμος για την αιώνια ζωή του Θεού περνάει μέσα από πολλές θλίψεις. Βγάλε από τη ζωή τούς πειρασμούς και τα βάσανα, και κανένας δεν αγιάζει, κανένας δεν σώζεται.

                                      Όσιος  Φιλόθεος Ζερβάκος

Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2023

Στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας ο Γέροντας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος

 


Στην Αγιοκατάταξη του Γέροντα Γερβασίου Παρασκευόπουλου προέβη σήμερα η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία συνεδριάζει σήμερα υπό την Προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου. 

Την είδηση έκανε γνωστή η Ιερά Μητρόπολη Πατρών με ανακοίνωσή της. “Ο των Πατρέων Αρχιερεύς μετά του ευαγούς Ιερού Κλήρου και του φιλαγίου και φιλοθέου Λαού ευχαρίστοις άσμασι και ιεραίς υμνωδίαις τον Θεόν δοξολογούν, ς τον της Ορθοδοξίας και του Γένους Πρώτον, τον Παναγιώτατον και Οικουμενικόν Πατριάρχην Βαρθολομαίον ευγνωμόνως ευχαριστούν και την Αγίαν Αυτού δεξιάν πανευλαβώς κατασπάζονται, του Κυρίου δεόμενοι υπέρ μακροημερεύσεως Αυτού, προς δόξαν Θεού και την της Οικουμενικής Ορθοδοξίας, εύκλειαν και την περί Αυτόν Αγίαν και Ιεράν Σύνοδον από βάθους καρδίας ευχαριστούν”, αναφέρεται στην ανακοίνωση.

Χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες σε όλες τις Εκκλησίες των Πατρών

Χαρμόσυνα κρούουν οι καμπάνες σε όλες τις Εκκλησίες των Πατρών. Στον Ναό του Αγίου Ανδρέου ο Μητροπολίτης Πατρών κ. Χρυσόστομος και όλοι οι Ιερείς έκαναν Δοξολογία. Για πρώτη φορά εψάλη το Απολυτίκιο του Αγίου Γερβασίου και προσκυνήθηκε η ιερά Εικόνα του. Όλοι έψαλαν το πολυχρόνιο του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου.

Το απόγευμα στις 5 η ώρα ο Μητροπολίτης Πατρών κ. Χρυσόστομος προσκαλεί άπαντες, Κλήρο και Λαό στις Κατασκηνώσεις της Αγίας Παρασκευής Συχαινών, για τον πρώτο Εσπερινό για τον Άγιο Γερβάσιο και την προσκύνηση των ιερών του Λειψάνων.

Πηγή:https://www.orthodoxianewsagency.gr

Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ ἐν Ἀμαρουσίῳ καί Ροδοπόλει ἀσκήσας (1891-†1967)

 


Σέ κάθε ἐποχή, ἐπειδή «ὁ Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13, 8),  ὁ Κύριος ἀναδεικνύει Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ζοῦν καί κινοῦνται ἀνάμεσά μας, παρηγορώντας τόν λαό Του καί στηρίζοντας μέ τίς εὐχές τους τήν οἰκουμένη.

Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, «πλήρης χάριτος καί ἀληθείας» (Ἰω. 1, 14-15) ἦταν καί ὁ Ἱερομόναχος Ἀθανάσιος Χαμακιώτης, ὁ Γέροντας τῆς Νερατζιωτίσσης (1891-1967). Ἄνθρωπος μέ σπάνια πνευματικά χαρίσματα. Πλημμυρισμένος ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο. Στολισμένος μέ ὅλες τίς ἅγιες ἀρετές. Πρᾶος, ταπεινός, σεμνός, εἰρηνικός, ὑπομονετικός. Γνήσιος ποιμένας καί Πνευματικός πατέρας. Ἀληθινός ἀγωνιστής μέ πανθομολογουμένη ἁγία βιωτή.

Γεννήθηκε τό 1891 σ’ ἕνα μικρό χωριό τῆς ἐπαρχίας Καλαβρύτων, τήν Τουρλάδα. Γόνος πτωχῆς ἀλλ’ εὐσεβοῦς πολυτέκνου οἰκογενείας, ἀπό μικρός ἀγάπησε τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του. Τοῦ ἄρεσε ἀπό τήν παιδική του ἡλικία νά ἐπισκέπτεται τά διάσπαρτα ἐξωκκλήσια τοῦ χωριοῦ του, ν’ ἀνάβει τά καντήλια καί νά προσεύχεται. Οἱ συγχωριανοί του τοῦ ἔλεγαν πώς θά γίνει παπάς καί συνεβούλευαν τά παιδιά τους νά μοιάσουν στόν Γιῶργο, μετέπειτα Ἱερομόναχο Ἀθανάσιο.

Στίς 20 Ἰουλίου τοῦ 1906 ἄφησε τό χωριό του καί μέ τήν συγκατάθεση τῶν γονιῶν του ἀφιερώθηκε στό φημισμένο Μοναστήρι τῆς Ἁγίας Λαύρας. Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1913 ἐκάρη Μοναχός λαμβάνοντας τό ὄνομα Ἀθανάσιος. Οἱ μοναχικές ὑποσχέσεις, πού ἔδωσε κατά τήν κατανυκτική στιγμή τῆς κουρᾶς του, γιά ὑπακοή, παρθενία καί ἀκτημοσύνη συνοδεύονταν καί ἀπό τήν σταθερή ἀπόφασή του, νά σηκώσει μέ προθυμία τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ γιά τήν ἀγάπη Του καί τήν διακονία τῶν ἀνθρώπων. Τό 1916 ὁ Μητροπολίτης Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας Τιμόθεος, τόν χειροτόνησε διάκονο καί τήν ἡμέρα τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τό 1926, σέ ἡλικία 30 ἐτῶν, τόν χειροτόνησε πρεσβύτερο. Χωρίς νά μειώσει καθόλου τόν πνευματικό του ἀγῶνα, γιά δέκα ὁλόκληρα χρόνια ἐπιτελεῖ τά ἱερατικά του καθήκοντα, προσφέροντας παράλληλα καί τίς ὑπηρεσίες του ὡς ἡγουμενοσυμβούλου τῆς Μονῆς.

Στίς 18 Ἰανουαρίου τοῦ 1930 χειροθετεῖται Πνευματικός, λαμβάνοντας καί τό καθιερωμένο «Ἐνταλτήριον Γράμμα». Ὡς ἐξομολόγος ἦταν ταυτόχρονα καί παιδαγωγός, φωτισμένος ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Δεχόταν τούς πιστούς μέ καλοσύνη, ἀγάπη καί ἠρεμία. Τούς ἄκουγε μέ προσοχή καί τούς ἐνθάρρυνε νά ἀποκαλύψουν ὅλα ὅσα τούς βάρυναν. Τούς νουθετοῦσε μέ ὑπομονή καί τούς στήριζε στόν πνευματικό τους ἀγῶνα. Ποτέ δέν ἐπικαλέσθηκε τήν κούρασή του, τό προχωρημένο τῆς ὥρας ἤ τό πλῆθος ἐκείνων πού ἀνέμεναν τήν σειρά τους νά ἐξομολογηθοῦν. «Συνδύαζε ὁ Γέροντας τό γλυκύ μέ τό αὐστηρό, τό ταπεινό μέ τό ἡγεμονικό, τό μοναχικό μέ τό κοινωνικό, τήν ἁπλότητα μέ τήν σοφία. Κοντά του ἔνιωθες ἄνετα, ἀλλά συγχρόνως ἡ παρουσία του ἦταν μιά ζῶσα ἐπιταγή νά ἀνέβεις ψηλά, προκειμένου νά τόν συναντήσεις. Ὑπῆρξε ὁ αὐστηρός εἰς τόν ἑαυτό του ἱερομόναχος πού συνάμα λειτουργοῦσε ὡς στοργικός πατέρας». Ἀνάμεσα στούς ἐξομολογουμένους περιλαμβάνονταν σημαντικές προσωπικότητες τῶν γραμμάτων, τῆς πολιτικῆς, τοῦ Ἱεροῦ κλήρου, καθώς καί φημισμένοι Γέροντες, ὅπως οἱ Φιλόθεος Ζερβάκος, Ἀμφιλόχιος Μακρῆς κ.ἄ, ἀλλά καί κάποιοι Μητροπολίτες.

Ἔπειτα ἀπό εἴκοσι πέντε χρόνια διακονίας στή Μονή τῆς  μετανοίας του, στήν Ἁγία Λαύρα, ἀναγκάζεται γιά λόγους ὑγείας (προσεβλήθη ἀπό πλευρίτιδα) νά ἔλθει στήν Ἀθήνα, ἀναζητώντας καλύτερο κλίμα. Γιά μερικούς μῆνες προσφέρει τίς ὑπηρεσίες του στό Ναό  τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Σωτῆρος, μετόχι τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας, στόν Βύρωνα. Ἐδῶ γνωρίζεται μέ τόν Γέροντα Ἱερώνυμο, μέ τόν ὁποῖο συνδέεται πνευματικά. Τό Φεβρουάριο τοῦ 1933, τοποθετεῖται στό Βιλλιαρί, κοντά στήν Μάνδρα Ἀττικῆς στόν Ἱερό Ναό Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, ὅπου ὑπηρετεῖ γιά τρία χρόνια.  Ἔχοντας πιά θεραπευθεῖ ἀπό τήν βρογχοπνευμονία, ἐπιδόθηκε μέ ἔνθεο ζῆλο στά λειτουργικά, κηρυκτικά καί ἐξομολογητικά του καθήκοντα. Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1936, ὁ τότε Μητροπολίτης Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Ἰάκωβος τόν τοποθετεῖ ὡς ἐφημέριο στό μικρό ἐκκλησάκι τῆς Παναγίας Νερατζιωτίσσης τοῦ Ἀμαρουσίου, χτισμένο στά τέλη τοῦ 16ου αἰῶνος, τό ὁποῖο ἀνήκει στό Ταμεῖο Ἀσφαλίσεως Κληρικῶν Ἑλλάδος. Ἐκεῖ ὑπηρετεῖ  ἐπί εἴκοσι ἑπτά συνεχῆ ἔτη.

Mέ τήν τοποθέτησή του στή Νερατζιώτισσα ἀρχίζει ἡ πιό δημιουργική περίοδος τῆς ζωῆς τοῦ Γέροντος Ἀθανασίου. Τελοῦσε μέ εὐλάβεια ὅλες τίς Ἀκολουθίες καί πολύ συχνά τήν Θεία Λειτουργία. Δέν παρέλειπε νά προσεύχεται ἐκτενῶς καί στό κελί του, ἕνα μικρό χῶρο δίπλα στό Παρεκκλήσιο. Νά μελετᾶ τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Πατέρες. Νά νηστεύει καί νά ἀγρυπνεῖ. Νά φροντίζει μέ τήν βοήθεια τῶν πιστῶν γιά τήν εὐπρέπεια τοῦ Ναοῦ καί τοῦ περιβάλλοντος χώρου. Ἰδιαίτερη ἐπιμέλεια ἔδειχνε γιά τή σωστή προετοιμασία τῆς πανηγύρεως, ἡ ὁποία ἐτελεῖτο κάθε χρόνο στίς 8 Σεπτεμβρίου, μνήμη τοῦ Γενεθλίου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, στό ὁποῖο εἶναι ἀφιερωμένη ἡ Νερατζιώτισσα.

Βίωνε «ψυχῇ τε καί καρδίᾳ» καί μετέδιδε στούς πιστούς τά βιώματά του, τόσο κατά τίς μυσταγωγικές Ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης  Ἑβδομάδος, ὅσο καί κατά τήν νύκτα τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως. Ἐπίκεντρο τῆς ζωῆς του εἶναι τώρα ἡ Θεία Λειτουργία. Αὐτή  «ὑπῆρξεν ἡ σκέψις του, ἡ ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς του, τό εἶναι του, ὑπῆρξε τό πᾶν δι΄αὐτόν… Μεταρσιώνετο κυριολεκτικά ὅταν λειτουργοῦσε». Προηγουμένως ἔκανε τήν ἀπαιτούμενη προετοιμασία μέ μελέτη, νηστεία καί προσευχή. Στήν Προσκομιδή διάβαζε ἀμέτρητα ὀνόματα ζώντων καί τεθνεώτων. Τελοῦσε τήν Θεία Λειτουργία κατανυκτικά, σύντομα, χωρίς ὅμως νά παραλείπεται τίποτα. Ὁ ἵδιος γεμάτος ἱεροπρέπεια, εὐλάβεια καί φόβο Θεοῦ, μέ ταπεινό βλέμμα ἔδινε σέ ὅλα τόν τόνο, ἐνῶ ἡ φωνή του «φαινόταν ἡ πιό ὡραία τοῦ κόσμου…γιατί ἦταν ἡ φωνή πού ἔβγαινε ἀπό καρδιά πού ἀγαποῦσε πολύ  τόν  Χριστό».

Ἔχοντας ἐμπνεύσει στούς ἐκκλησιαζομένους τήν τάξη, τήν εὐπρέπεια καί τήν εὐλαβική συμμετοχή, τούς δίδασκε ὅτι δέν πρέπει ποτέ νά χάνει κανείς τή Θεία Λειτουργία «γιά ἐκδρομή, ταξίδι, ἐργασία, μαθήματα κ.λπ. Δέν τό δεχόταν μέ τίποτα καί ἦταν ἀπόλυτος». Ὡς ἔμπειρος πνευματικός, ἀληθινός ποιμένας λογικῶν προβάτων, τά ὁδηγοῦσε στή γνήσια θεογνωσία, τήν στενή καί τεθλιμμένη πύλη, τήν ὁδό πού ὁδηγεῖ στήν μετάνοια καί σωτηρία. Πρώτιστο μέλημα τῆς ποιμαντικῆς του ἀποστολῆς θεωροῦσε τό νά πλησιάζει, νά στηρίζει καί νά φέρνει στό δρόμο τοῦ Θεοῦ ὅσους εἶχαν ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία ἤ τούς ταλαιπωροῦσε ἡ ἀμφιβολία τῆς πίστεως, ἡ ἄρνηση, ἡ αἵρεση, ἡ ἀδιαφορία, ἡ ἁμαρτία. Νοιάζονταν γιά ὅλους αὐτούς ἀλλά καί γιά ἐκείνους πού ἐκκλησιάζονταν τακτικά καί ἐξομολογοῦνταν στό πετραχήλι του. Ὁ λόγος του ἦταν ἀπαύγασμα τῆς ἀρετῆς του καί ἐπιδροῦσε ἄμεσα στούς ἀκροατές. Ἤξεραν ὅλοι ὅτι ἐφάρμοζε στήν ζωή του τό «ὁ ποιήσας καί διδάξας». Ἔτσι, ἄν τούς μιλοῦσε γιά ἐλεημοσύνη, γνώριζαν πόσο αὐτός πρῶτος ἐλεοῦσε. Ἄν τούς ἔλεγε γιά μετάνοια, κανείς δέν ἀμφέβαλε ὅτι ὁ ἴδιος ἀγωνιζόταν διά βίου νά ζεῖ ἐν μετανοίᾳ. Ἄν τούς παρότρυνε νά νηστεύουν, νά προσεύχονται, νά κοινωνοῦν, τόν ἔβλεπαν καί κατανοοῦσαν ὅτι ὁ ἴδιος πρῶτος μετέχει σ’αὐτά.

Πλήν τῶν ἄλλων ἀρετῶν του, ὑπῆρξε ἄνθρωπος προσευχῆς. Χωρίς αὐτή δέν θά μποροῦσε νά εἶναι ὑπόδειγμα βίου καί ἱερουργός τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Εἶχε διαρκῶς στά χείλη καί τήν καρδιά  του εἴτε τήν μονολόγιστη εὐχή τοῦ Ἰησοῦ εἴτε τό «ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου δόξα σοι».  Αὐτό δίδασκε νά κάνουν καί τά πνευματικά του τέκνα λέγοντας ὅτι ἡ προσευχή εἶναι το καταφύγιο τοῦ χριστιανοῦ. Τόνιζε ὅτι προϋπόθεση γιά νά εἰσακούονται οἱ προσευχές μας εἶναι ἡ ταπείνωση, ἡ μεγίστη τῶν ἀρετῶν, ἡ βάση καί τό κορύφωμά τους. Ὑπῆρξε, ὅμως, καί ἄνθρωπος τῶν καλῶν ἔργων. Ἐνδιαφερόταν ζωηρά καί ἔμπρακτα γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν βιοτικῶν προβλημάτων κάθε προσώπου πού τόν πλησίαζε, σε ἐποχή πού ὑπῆρχαν πολλές δυσκολίες καί προβλήματα. Μεριμνοῦσε ἰδιαίτερα μέ διάκριση γιά τούς νέους καί τίς νέες, βοηθώντας τους νά βροῦν ἐργασία, νά μάθουν μιά τέχνη, νά σπουδάσουν. Δέν ὑπολόγιζε τόν ἑαυτό του, προκειμένου νά φανεῖ χρήσιμος στούς ἄλλους.  Τό κύριο γνώρισμα τῆς ἀσκητικῆς του ζωῆς ἦταν ἡ λιτότητα. Οὐδέποτε στή ζωή του ἐπεθύμησε ἤ ἐπεδίωξε νά ἀποκτήσει τίποτα, πέρα ἀπό τά ἀπολύτως στοιχειώδη. Συχνά προσευχόταν «Κύριε, ἀπάλλαξέ με ἀπό τήν ὄρεξιν τοῦ πλουτισμοῦ. Ἀποδίωξε ἀπ’ ἐμοῦ τήν φλογεράν δίψαν τῆς φιλαργυρίας». Ἔτσι, ἐνῶ κοιμᾶμαι φτωχός, ὅπως ἔλεγε, ξυπνῶ πλούσιος.

Ἡ ἁγάπη πρός τό ποίμνιό του δέν εἶχε ὅρια, ἀλλά πάντοτε μέ μεγάλη διακριτικότητα. Ἤθελε νά εἶναι βέβαιος ὅτι βοηθοῦσε τούς ἔχοντες πραγματική ἀνάγκη. Ὅμως, ὄχι σπάνια «ἡ καλοσύνη του ὑπερίσχυε τῆς λογικῆς» καί μερικοί ἐπιτήδειοι κατάφερναν νά ἐκμεταλλεύονται τήν ἄδολη ἀγάπη του. Ἐπεστράτευε ὅσους ἀπό τά πνευματικά του τέκνα μποροῦσαν νά βοηθήσουν μέ ποικίλους τρόπους. Νά προσφέρουν χρήματα ἤ τρόφιμα ἤ ὅ,τι ἄλλο μποροῦσαν, νά τά μεταφέρουν στούς ἐμπερίστατους, νά ἐπισκέπτονται ἀρρώστους ἤ φυλακισμένους, νά ἀνακαλύπτουν ἐγκαταλελειμμένους γέροντες φτωχούς. Τό καθῆκον τῆς φιλοξενίας δίδασκε ὄχι μόνο μέ τό παράδειγμα, ἀλλά  καί μέ τήν νουθεσία σέ ὅλα τά πνευματικά του παιδιά, ἐνῶ μία ἀπό τίς τελευταῖες ὑποθῆκες του πρός τίς μοναχές τοῦ Ἡσυχαστηρίου πού ἵδρυσε ἦταν ἡ ἄσκηση τῆς φιλοξενίας.

Σέ ἡλικία 65 ἐτῶν, τό 1956, θέλησε νά ἱκανοποιήσει μία παλαιά ἐπιθυμία του. Παρεκάλεσε τόν φίλο του Ἀρχιμανδρίτη π. Φιλόθεο Ζερβάκο, ἡγούμενο τῆς Μονῆς Λογγοβάρδας Πάρου, νά τελέσει τήν κουρά του σέ μεγαλόσχημο μοναχό. Ἡ Ἀκολουθία ἐτελέσθη στόν Ἱερό Ναό τῆς Παναγίας Νερατζιωτίσσης καί ὁ π. Ἀθανάσιος «χάρηκε ἀφάνταστα γιά τήν μοναχική αὐτή ἀναβάθμιση».

Ἡ μετά τό 1958 γρήγορη ἀνοικοδόμηση τῆς περιοχῆς ἀνάγκασε τόν Γέροντα νά ἀναζητήσει νέο τόπο ἡσυχίας. Ὕστερα ἀπό ἀναζήτηση ὀκτώ ἐτῶν καί ἐμφάνιση τοῦ Ἁγίου ἀρχιδιακόνου Λαυρεντίου, ἀγόρασαν ἀπό ὁμάδα παλαιοημερολογιτῶν μικρό Ναό μέ δύο κελιά στήν Ροδόπολη Σταμάτας καί τό 1961 νομότυπα συνέστησε Ἡσυχαστήριο, στό ὁποῖο ἐγκατέστησε στήν συνέχεια τήν πρώτη ἡγουμένη Μακρίνα μέ τήν συνοδεία της. Ἀμέσως ἄρχισε ἡ ἀνοικοδόμηση νέου Ναοῦ, τοῦ Καθολικοῦ, πρός τιμήν τῆς Παναγίας Φανερωμένης.

Τό Σεπτέμβριο τοῦ 1963, ὁ Γέροντας ἔχοντας βρεῖ κατάλληλο  ἀντικαταστάτη ἐφημέριο τελεῖ τήν τελευταία του Θεία Λειτουργία στή Νερατζιώτισσα καί ἀποχαιρετᾶ  μέ δάκρυα τό ἀγαπημένο του ποίμνιο.   Ἔτσι ξεκινᾶ τό τελευταῖο ἡσυχαστικό στάδιο τῆς ἐπιγείου  ζωῆς του, στό Ἡσυχαστήριο. Ἀπό τά τέλη τοῦ 1966 ὁ π. Ἀθανάσιος ἄρχισε νά ἔχει θεῖα μηνύματα ὅτι ἐγγίζει τό ἐπίγειο τέλος του. Ὄντας ἤδη 86 ἐτῶν, οἱ σωματικές του δυνάμεις ἄρχισαν νά τόν ἐγκαταλείπουν. Ὑπέφερε πολλά χρόνια ἀπό διάφορες ἀσθένειες, οὐδέποτε ὅμως παραπονιόταν.

Στίς ἀρχές Μαῒου 1967, ἔχοντας μέ τό προορατικό του χάρισμα τήν πληροφορία ὅτι τό τέλος ἐγγίζει, ζήτησε νά δεῖ «πρῶτα τόν Πνευματικό καί μετά τόν γιατρό». Στίς 22 Μαῒου 1967, ἔχοντας προσβληθεῖ ἀπό τήν νόσο τοῦ Πάρκινσον καί οὐρολοίμωξη, εἰσάγεται στόν «Εὐαγγελισμό». Τό νέο μαθαίνεται γρήγορα καί πολλοί τόν ἐπισκέπτονται ζητώντας τήν εὐλογία του. Τούς δέχεται ὅλους, τούς νουθετεῖ καί τούς εὐλογεῖ. Ὑπόσχεται στίς μοναχές του πώς, ἄν βρεῖ παρρησία στό Θεό, «θά πρεσβεύει πολύ γιά τό μοναστηράκι καί δέν θά τούς λείψει τίποτα».

Τά ξημερώματα τῆς 17ης Αὐγούστου 1967, παρέδωσε τήν Ἁγία ψυχή του ἀπό πνευμονικό οἴδημα. Τό σκήνωμά του ἐξετέθη σέ λαϊκό προσκύνημα στό Ἡσυχαστήριο τῆς Παναγίας Φανερωμένης στή Ροδόπολη. Τό βράδυ τῆς 18ης  Αὐγούστου, ἐτελέσθη Ἀγρυπνία καί ἐν συνεχείᾳ ἐψάλη ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία, στήν ὁποία προέστησαν οἱ Μητροπολίτες Ἀττικῆς Ἰάκωβος, Πειραιῶς Χρυσόστομος καί Ὕδρας Ἱερόθεος, μέ τήν συμμετοχή δεκάδων πρεσβυτέρων καί διακόνων καθώς  καί πλήθους πιστῶν. Τό σκήνωμά του «ζεστό καί εὔκαμπτο»  μετά ἀπό τόσες ὧρες, ἐναποτέθηκε στόν τάφο δίπλα στό Καθολικό τοῦ Ἡσυχαστηρίου.

Στίς 23 Ὀκτωβρίου 2014, 47 χρόνια μετά τήν ὁσιακή κοίμησή του, ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Κύριλλος τέλεσε τή Θεία Λειτουργία στό Καθολικό τοῦ Ἡσυχαστηρίου, συμπαραστατούμενος ἀπό τόν Σεβ. Μητροπολίτη Ἀργολίδος κ. Νεκτάριο καί τόν Θεοφιλέστατο Ἐπίσκοπο Ἐπιδαύρου κ. Καλλίνικο. Μετά τήν Θεία Λειτουργία ἔγινε ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων τοῦ ὁσίου Γέροντος. Μέ πολύ συγκίνηση ὁ Σεβασμιώτατος κ. Κύριλλος πῆρε στά χέρια του τήν τιμία κάρα καί εὐλόγησε τούς παρισταμένους. Τά ἱερά λείψανα ἑτοιμάστηκαν ἀπό τούς Πατέρες καί μετεφέρθησαν στό Καθολικό καί ἐν συνεχείᾳ στό κελί τοῦ Γέροντα. Ὕστερα ἀπό λίγες ὧρες ἔγινε αἰσθητή ἡ παρουσία του. Μιά γλυκειά εὐωδία πλυμμύρισε τό κελί του καί ὅλο τό χῶρο τοῦ Ἡσυχαστηρίου. Αὐτή ἡ ἔντονη εὐωδία ἐξακολουθεῖ νά ἐμφανίζεται ἀπό καιροῦ εἰς καιρόν  μέχρι σήμερα, ὅπως πολλοί κληρικοί καί λαϊκοί βεβαιώνουν. Δέν ἀπομένει πλέον παρά ἡ ἐπίσημη ἁγιοκατάταξή του.

Ἡ Ἱερά Μητρόπολις Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καί Ὠρωποῦ, μέ ἀφορμή τά πενήντα χρόνια ἀπό τήν ὁσιακή κοίμηση τοῡ Γέροντος τῆς Νερατζιωτίσσης, ἀφιέρωσε εὐλαβικά τό ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ τσέπης 2017,  στόν Ἱερομόναχο Ἀθανάσιο Χαμακιώτη, μέ τήν εὐχή ὁ ἅγιος Γέροντας νά πρεσβεύει καί νά μεσιτεύει στόν Κύριό μας καί στήν Παναγία Μητέρα Του γιά τό Ἡσυχαστήριο, τόν κλῆρο καί τόν λαό τῆς Μητροπόλεώς μας.

Ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος τοῦ Σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὑπό τήν προεδρία τῆς Αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Κυρίου Βαρθολομαίου, κατά τήν Συνεδρία τῆς 16ης Νοεμβρίου 2023, ἀποφάσισε τήν κατάταξη ἐν τῷ Ἁγιολογίῳ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Ἱερομονάχου Ἀθανασίου (Χαμακιώτου), ἱδρυτοῦ τοῦ Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Παναγίας Φανερωμένης Ροδοπόλεως Ἀττικῆς καί ἐφημερίου ἐπί πολλά ἔτη τοῦ ἱστορικοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Παναγίας Νεραντζιωτίσσης Ἀμαρουσίου.

Ἡ Ἱερά Μητρόπολίς μας ἀγάλλεται καί χαίρει εἰς τήν ἀκοήν τῆς ἀνωτέρω Ἀποφάσεως τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ὁ ἑορτασμός τῆς μνήμης αὐτοῦ ὁρίστηκε τήν 17ην  Αὐγούστου ἑκάστου ἔτους, ἡμέρα τῆς ὁσιακῆς του κοιμήσεως, καί τήν 23ην Ὀκτωβρίου, ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν αὐτοῦ λειψάνων.

Πηγή:https://poimin.gr